„αποδελτιώνω“: μεταβατικό ρήμα αποδελτιώνω [apoðeltiˈono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) verzetteln verzetteln αποδελτιώνω δεδομένα αποδελτιώνω δεδομένα