αντιπολιτευτικός
[andipoliteftiˈkos], αντιπολιτευτική, αντιπολιτευτικόεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- oppositionellαντιπολιτευτικόςαντιπολιτευτικός
Grazie per il Suo feedback!