ανταλλακτήριο
[andalakˈtirio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Tauschbörseθηλυκό | Femininum, weiblich fανταλλακτήριοανταλλακτήριο
esempi
- ανταλλακτήριο συναλλάγματοςWechselstubeθηλυκό | Femininum, weiblich f