αναστροφή
[anastroˈfi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Verkehrungθηλυκό | Femininum, weiblich fαναστροφήαναστροφή
- Kopfstandαρσενικό | Maskulinum, männlich mαναστροφή αθλητισμός | Sportαθλαναστροφή αθλητισμός | Sportαθλ
esempi
- ανάστροφη κάθετοςθηλυκό | Femininum, weiblich fumgekehrter Schrägstrichαρσενικό | Maskulinum, männlich m