αμαξοστοιχία
[amaksostiˈçia]θηλυκό | Femininum, weiblich f διοικητικός όρος | amtlichδιοικPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Zugαρσενικό | Maskulinum, männlich mαμαξοστοιχίααμαξοστοιχία
esempi
- ταχεία/έκτακτη αμαξοστοιχίαSchnell-/Sonderzugαρσενικό | Maskulinum, männlich m
- αμαξοστοιχία μεταφοράς συνοδευόμενων αυτοκινήτωνAutozugαρσενικό | Maskulinum, männlich m