Άδωνης
[ˈaðonis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Adonisαρσενικό | Maskulinum, männlich mΆδωνης μυθολογία | Mythologieμυθ μεταφορικά | in übertragenem SinnμτφΆδωνης μυθολογία | Mythologieμυθ μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ